Ο υπερανδρογονισμός στις γυναίκες εκφράζεται κυρίως με υπερτρίχωση (ανεπιθύμητη εμφάνιση τριχοφυΐας κυρίως στην κοιλιά και την πλάτη), τριχόπτωση, αλωπεκία, ακμή, διαταραχές του κύκλου κλπ. Επιπλέον έχει παρατηρηθεί, πως τα υψηλά επίπεδα ανδρογόνων στις γυναίκες συσχετίζονται με παχυσαρκία, αρτηριακή πίεση, αντίσταση στην ινσουλίνη κλπ.
Αιτία του υπερανδρογονισμού είναι συχνά το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, ή/και η παχυσαρκία. Σπανιότερα ευθύνονται όγκοι των επινεφριδίων ή των ωοθηκών.
Η διάγνωση του υπερανδρογονισμού απαιτεί ένα αναλυτικό ιατρικό ιστορικό και μια παρατηρητική κλινική εξέταση, για τον εντοπισμό σημείων υπερανδρογονισμού. Τέλος απαραίτητος είναι ο εργαστηριακός έλεγχος και η μέτρηση των ορμονών του φύλου. Για την καλύτερη αξιολόγησή τους στις γυναίκες, συστήνεται να γίνεται η αιμοληψία σε συγκεκριμένη φάση του κύκλου (ωοθηλακική φάση).
Η αντιμετώπιση του υπερανδρογονισμού εξαρτάται από δύο παράγοντες: από την έκταση της νόσου και την αιτιολογία της. Όταν εμφανίζεται στα πλαίσια ενός συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών, τότε συστήνεται η αγωγή με αντισυλληπτικά φάρμακα, τα οποία μειώνουν τα επίπεδα των ανδρογόνων και σταθεροποιούν τον γυναικείο κύκλο. Σε περιπτώσεις, κατά τις οποίες τα αντισυλληπτικά φάρμακα αντενδείκνυνται ή είναι ανεπιθύμητα από την ασθενή, υπάρχουν κάποιες off label (εκτός εγκεκριμένων εγκρίσεων) θεραπείες, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στην άμβλυνση των συμπτωμάτων.
Όταν υπάρχει επιθυμία τεκνοποίησης είναι σκόπιμη η τροποποίηση της αγωγής. Στις περιπτώσεις αυτές η συνεργασία ενδοκρινολόγου-γυναικολόγου θα οδηγήσει σύντομα και ασφαλέστερα στα επιθυμητό αποτέλεσμα.